- αλλερία
- (halleria). Γένος θάμνων της οικογένειας των σκροφουλαριδών που αριθμεί τρία είδη. Οι θάμνοι αυτοί είναι αειθαλείς με φύλλα απλά, αντίθετα, ωοειδή ή ελλειπτικά. Τα άνθη τους είναι κοκκινωπά, με κάλυκα σε σχήμα κυπέλλου και στεφάνη σε σχήμα χοάνης. Ο καρπός τους έχει μορφή ρώγας και είναι σαρκώδης με πολλά σπέρματα. Είναι αυτοφυή των θερμών χωρών.
Dictionary of Greek. 2013.